Τετάρτη 30 Μαρτίου 2011

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΙΤΑΛΙΑΣ (Δαφνή Κωστούλα)

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΚΑΘΟΔΗΓΗΣΗ
ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΙΤΑΛΙΑΣ
Δαφνή Κωστούλα

Η Ιταλία διαιρείται διοικητικά σε 20 περιφέρειες, με σχετική αυτονομία νομοθετική, διοικητική και οικονομική. Οι περιφέρειες διαιρούνται σε επαρχίες και αυτές σε δήμους και κοινότητες. Η δημόσια διοίκηση ασκείται από τις περιφέρειες, επαρχίες, και κοινότητες, εκτός από εκείνο το μέρος της που συνδέεται με θέματα που είναι αποκλειστική αρμοδιότητα του κράτους. Ειδικότερα για την εκπαίδευση το ιταλικό σύνταγμα ορίζει τις βασικές προδιαγραφές. Ακολούθως οι σχετικές με την εκπαίδευση ευθύνες και αρμοδιότητες επιμερίζονται ανάμεσα στο κράτος και τις περιφέρειες με συνταγματικό νόμο. Τα τελευταία χρόνια το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας, η οργάνωση και η διοίκηση του, βρίσκονται υπό διαμόρφωση, με βάσει και την εκπαιδευτική πολιτική της ευρωπαϊκής ένωσης. Όμως οι βασικές κατευθυντήριες γραμμές έχουν ήδη τεθεί.

Γενικότερα η εκπαίδευση στην Ιταλία είναι υποχρεωτική έως την ηλικία των 16 ετών και είναι ευθύνη του κράτους να την παρέχει στους πολίτες του. Παρέχεται για 2 επί πλέον χρόνια επαγγελματική εκπαίδευση ή κατάρτιση (μέχρι τη συμπλήρωση του 18ου έτους των σπουδαστών), η οργάνωση της οποίας υπάγεται κυρίως στην ευθύνη των Περιφερειών. Η υποχρεωτική εκπαίδευση είναι δωρεάν, ενώ στην ανώτερη δευτεροβάθμια οι μαθητές καταβάλουν τέλη εγγραφής, εξέταστρα και συνεισφέρουν για τη λειτουργία των εργαστηρίων/σεμιναρίων.
Το εκπαιδευτικό σύστημα είναι διαρθρωμένο σε βαθμίδες και σε κύκλους. Η α΄/θμια εκπαίδευση (5 χρόνια) και η κατώτερη β΄/θμια (3 χρόνια) αποτελούν τον 1ο κύκλο σπουδών, ο οποίος είναι ενιαίος για όλα τα σχολεία. Η ανώτερη γενική β΄/θμια εκπαίδευση (3 χρόνια), η οποία υπάγεται στην ευθύνη του κράτους και η επαγγελματική- τεχνική εκπαίδευση και κατάρτιση η οποία υπάγεται κυρίως στην ευθύνη των περιφερειών αποτελούν το 2ο κύκλο σπουδών. Στον κύκλο αυτό η γενική εκπαίδευση περιλαμβάνει διάφορους τύπους σχολείων. Η ανώτερη β΄/θμια επαγγελματική εκπαίδευση περιλαμβάνει σχολεία ενιαία για τα δύο πρώτα χρόνια και ειδίκευση για το τρίτο έτος.
Η σύγχρονη ιταλική νομοθεσία δίνει στα σχολεία διδακτική, οργανωτική και ερευνητική αυτονομία, όχι όμως και οικονομική. Αυτά επιχορηγούνται από κρατικές πιστώσεις. Επίσης το κράτος παρέχει άμεσα στα σχολεία το διοικητικό και διδακτικό τους προσωπικό. Στη χρηματοδότηση της εκπαίδευσης συνεισφέρουν και οι περιφέρειες, οι επαρχίες και οι δήμοι. Οι περιφέρειες διαθέτουν κονδύλια για την οργάνωση των περιφερειακών υπηρεσιών, για τα σχολικά κτήρια και για παροχές προς τους μαθητές (σχολικά γεύματα, μεταφορές, συγγράμματα στο δημοτικό σχολείο, υποτροφίες στους λιγότερο εύπορους, κοινωνική μέριμνα κ.τ.λ.). Οι επαρχίες και οι Δήμοι εκτός από την οργάνωση υπηρεσιών συνεισφέρουν και στα λειτουργικά έξοδα των σχολείων π.χ. θέρμανση, φωτισμό, τηλέφωνα, συντήρηση κτηρίων κ.τ.λ. Επίσης στη χρηματοδότηση των σχολείων μπορούν να συνεισφέρουν και άλλοι τοπικοί φορείς και οργανώσεις.
Σε γενικές γραμμές η οργάνωση και διοίκηση της εκπαίδευσης, διαιρεμένη σε 4 επίπεδα, αναφέρεται παρακάτω:
α) σε εθνικό επίπεδο
Για όλα τα επίπεδα της εκπ/σης (από προσχολική μέχρι τριτοβάθμια) την ευθύνη έχει το υπουργείο εκπαίδευσης, πανεπιστημίων και έρευνας (MIUR). Το MIUR ορίζει το γενικό πλαίσιο μέσα στο οποίο ασκείται η αυτονομία των σχολείων, ώστε να διασφαλίζεται αφενός η συνοχή του εκπ/κού συστήματος και αφετέρου να ορίζονται οι βασικές κατευθυντήριες γραμμές για την επαγγελματική εκπ/ση και κατάρτιση. Στην ευθύνη του MIUR υπάγονται οι ακόλουθοι τομείς: η γενική οργάνωση της σχολικής εκπ/σης, τα γενικά χρονοδιαγράμματα, το νομικό καθεστώς του προσωπικού, ο καθορισμός των κριτηρίων και παραμέτρων για την οργάνωση του σχολικού δικτύου, ο καθορισμός των χρηματοδοτικών πόρων που βαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό συμπεριλαμβανομένων αυτών για το προσωπικό των σχολείων, η αξιολόγηση του σχολικού συστήματος, ο καθορισμός της ελάχιστης διδακτέας ύλης, το θεσμικό σύστημα επικοινωνίας κ.τ.λ Το MIUR συνεργάζεται και με άλλα υπουργεία και φορείς για τη γενική εκπαίδευση και για την τεχνική-επαγγελματική. Επίσης το MIUR ορίζει τους γενικούς στόχους της εκπαιδευτικής διαδικασίας, τους ειδικούς μαθησιακούς στόχους σχετικά με τις δεξιότητες των μαθητών, την ελάχιστη διδακτέα ύλη, τις ετήσιες διδακτικές ώρες, το υποχρεωτικό ωρολόγιο πρόγραμμα, τα γενικά κριτήρια για την αξιολόγηση των μαθητών κ.τ.λ.
Οι λειτουργίες οργάνωσης και εποπτείας της εκπαίδευσης ασκούνται από ποικίλα όργανα. Η διοίκηση, από πλευράς υπουργείου, ασκείται μέσω των περιφερειακών γραφείων εκπαίδευσης, τα οποία οργανώνονται σε κάθε περιφέρεια. Οι αρμοδιότητες τους αφορούν την άσκηση των κρατικών λειτουργιών που δεν μεταφέρονται στις περιφέρειες και στα σχολεία καθώς και αυτές που εμπλέκονται σε σχέσεις με τις περιφέρειες και τους τοπικούς φορείς, το Πανεπιστήμιο και τους φορείς κατάρτισης. Δεν υπάρχουν γραφεία του MIUR στις επαρχίες και τις κοινότητες. Ακόμη στο MIUR υπάρχει μια ανεξάρτητη υπηρεσία από τον υπουργό, με αρμοδιότητα την εποπτεία στην άσκηση της εθνικής πολιτικής, τον έλεγχο και την αξιολόγηση των λειτουργιών και την προετοιμασία και δημοσίευση γραπτής αναφοράς (κάθε εξάμηνο τουλάχιστον) για τα αποτελέσματα των ερευνών που διενεργήθηκαν.
Σε εθνικό επίπεδο ακόμη υπάρχουν διάφοροι συμβουλευτικοί και άλλοι φορείς και οργανισμοί με τους οποίους συνεργάζεται το MIUR. Τέτοιοι είναι το Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας, ο Εθνικός Οργανισμός για την Ανάπτυξη της Σχολικής Αυτονομίας, το Εθνικό Ινστιτούτο για την Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού, το Ινστιτούτο για την ανάπτυξη της επαγγελματικής κατάρτισης, το INVALSI (αρμόδιο για την εθνική αξιολόγηση του συστήματος εκπαίδευσης και κατάρτισης.). Επίσης υπάρχει το εθνικό συμβούλιο των μαθητών το οποίο συνέρχεται κάθε δύο μήνες. Το συμβούλιο υποστηρίζεται γραμματειακά από το υπουργείο και στις συναντήσεις του παρίσταται ο υπουργός ή εκπρόσωπός του. Ακόμη σε εθνικό επίπεδο υπάρχουν ενώσεις γονέων. Μια συνάντηση, με τουλάχιστον 2 αντιπροσώπους από τις μεγαλύτερης οργανώσεις της χώρας πραγματοποιείται τουλάχιστον 3 φορές το χρόνο. Εκλέγεται συντονιστής σε κάθε συνάντηση και έχει δικό της εσωτερικό κανονισμό. Συνεργάζεται με το MIUR σε θέματα κοινού ενδιαφέροντος, όπως π.χ. η λήψη μέτρων για τη σχολική βία. Τέλος υπάρχει και το εθνικό φόρουμ των ενώσεων γονέων που συγκροτείται από τον υπουργό.
β) σε επίπεδο περιφέρειας
Οι περιφέρειες οργανώνουν δικά τους γραφεία εκπαίδευσης (χωριστά από αυτά του MIUR) τα οποία υποδιαιρούνται σε τοπικά γραφεία εκπαίδευσης και σε επαρχιακά, ανάλογα με τις λειτουργίες τους και τις τοπικές απαιτήσεις (συνθήκες). Ο τομέας ευθύνης τους περιορίζεται στις εκπαιδευτικές μονάδες που βρίσκονται μέσα στα όρια της περιφέρειας. Οι βασικότερες αρμοδιότητες τους αφορούν κυρίως: τις μεθόδους διδασκαλίας, το σχεδιασμό ολοκληρωμένης εκπαιδευτικής παροχής γενικής και επαγγελματικής εκπ/σης και κατάρτισης σε περιφερειακό επίπεδο (με βάση και τις κατευθυντήριες γραμμές που καθορίζονται από μια εθνική επιτροπή), την ενδοϋπηρεσιακή κατάρτιση, το σχεδιασμό των σχολικών δικτύων (με βάση και τα επαρχιακά σχέδια), την εποπτεία για την εφαρμογή των εκπαιδευτικών πολιτικών (μέσα στα ελάχιστα στάνταρ της εθνικής εκπαιδευτικής πολιτικής για τους μαθητές), το σχολικό χρόνο μέσα στα καθοριζόμενα εθνικά πλαίσια, την κατανομή των μη κρατικών κεφαλαίων για την επαγγελματική κατάρτιση, την έκδοση τίτλων που δεν οδηγούν σε ακαδημαϊκά πιστοποιητικά (αν και είναι αποδεικτικά στοιχεία που μπορεί μέσω πιστωτικών μονάδων να χρησιμοποιηθούν για την απόκτηση ακαδημαϊκών πιστοποιητικών), την οργάνωση φορέων για τη διασφάλιση της ολοκλήρωσης της υποχρεωτικής εκπαίδευσης (με έξοδα των περιφερειών), την πρόσληψη εκπαιδευτών για την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση κ.τ.λ. Οι περιφέρειες μπορούν να εκχωρούν ορισμένες αρμοδιότητες τους για την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση στις επαρχίες και στους δήμους.
Ο επικεφαλής των γραφείων εκπαίδευσης της περιφέρειας αναθέτει καθήκοντα, υπογράφει εργασιακά συμβόλαια, προωθεί προτάσεις στο αρμόδιο τμήμα του MIUR για τις οικονομικές ανάγκες και τις ανάγκες σε ανθρώπινο δυναμικό, μεταφέρει τις κοινές εθνικές εκπαιδευτικές πολιτικές στη περιφέρεια, αιτείται την εφαρμογή της εθνικής πολιτικής σε τοπικό επίπεδο, υποστηρίζει οργανωτικά, διδακτικά και ερευνητικά την ευελιξία των σχολείων, συνεργάζεται με τις τοπικές αρχές (επαρχιακές και δημοτικές) για θέματα της αρμοδιότητάς τους, συλλέγει πληροφορίες για ότι χρειάζεται διαμόρφωση σε τοπικό επίπεδο, αναπτύσσει τις σχετικές προσφορές μεταξύ περιφερειακών και τοπικών εξουσιών για την ανώτερη τεχνική-επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, αναπτύσσει τις σχέσεις μεταξύ σχολείων και αγοράς εργασίας, επαληθεύει την αποτελεσματικότητα των δραστηριοτήτων που ασκούν τα σχολεία και αξιολογεί τις επεκτάσεις που αυτά σχεδίασαν στο πρόγραμμα σπουδών κ.τ.λ. Ο επικεφαλής των γραφείων εκπαίδευσης της περιφέρειας είναι υπεύθυνος (μαζί με το επαρχιακό γραφείο εκπαίδευσης) για τη διάχυση των απαραίτητων πληροφοριών στα επαρχιακά γραφεία εκπαίδευσης και στο προσωπικό των σχολείων και γενικότερα για ότι συμβαίνει στα σχολεία.
Στις περιφέρειες με αυξημένη αυτονομία, η οργάνωση και διοίκηση των γραφείων εκπαίδευσης της περιφέρειας εξαρτάται από τα οριζόμενα από την περιφερειακή εξουσία, στα πλαίσια της αυτονομίας της από την πολιτεία π.χ. στο Trentino οι εκπ/κοί είναι εργαζόμενοι της επαρχίας και το επαρχιακό συμβούλιο είναι υπεύθυνο για την σχολική εκπ/ση.
γ) σε τοπικό επίπεδο (επαρχιών και δήμων)
Η τοπική διοίκηση υποδιαιρείται σε επαρχιακό και δημοτικό επίπεδο, με διαφορετικές αρμοδιότητες για τα σχολεία η καθεμιά. Και οι δύο διεκπεραιώνουν τις ειδικές λειτουργίες τους για την εκπ/ση μέσω γραφείων εκπ/σης.
Στις επαρχίες υπάρχει μόνο το επαρχιακό γραφείο εκπ/σης και έχει σχεδιαστεί απλά ως μια εσωτερική πτέρυγα του γραφείου εκπαίδευσης της περιφέρειας. Είναι απλώς η υπεύθυνη αρχή για τη δημόσια εκπ/ση σε επίπεδο επαρχιακό, λειτουργεί μέσα στα πλαίσια που ορίζει η περιφέρεια και βάσει των αρμοδιοτήτων που αυτή του εκχωρεί. Οι συνήθεις αρμοδιότητές τους περιορίζονται στην έκδοση αδειών, στην οργάνωση του σχολικού δικτύου (ίδρυση ινστιτούτων, συγχωνεύσεις, καταργήσεις), στην αναστολή σχολικών δράσεων, στον έλεγχο και διάλυση σχολικών οργάνων, στην έκφραση γνώμης για τους καθηγητές για τη δοκιμαστική περίοδο του 1ου χρόνου και στην οργάνωση υπηρεσιών για τη διασφάλιση των σπουδών (π.χ. μεταφορά μαθητών σε αθλητικά κέντρα, υποστήριξη για αγορά σχολικών βιβλίων κ.τ.λ.)
Συνήθως επικεφαλής αυτών των γραφείων είναι μάνατζερ που αναφέρονται απευθείας στη γενική περιφερειακή διοίκηση και διεκπεραιώνουν βοηθητικές εργασίες σε επαρχιακό επίπεδο για αυτόνομα σχολεία όπως π.χ. υποβάλλουν προτάσεις στους περιφερειακούς μάνατζερ για την πρόσληψη προσωπικού σε ενιαία ή μεμονωμένα σχολεία, για το σχεδιασμό καινοτομιών εκπαιδευτικών και ολοκλήρωσης τους μαζί με άλλους τοπικούς φορείς, για την υποστήριξη και ανάπτυξη σχολικών δικτύων, για την εφαρμογή των διατάξεων για την ασφάλεια και για τη σχολική βία, για την ενσωμάτωση των μεταναστών μαθητών και των μαθητών με ειδικές ανάγκες, για τη χρήση ευρωπαϊκών κεφαλαίων, για τη λήψη μέτρων για την πρόληψη της σχολικής διαρροής σε συνεργασία με τους δήμους (κυρίως για την υποχρεωτική εκπαίδευση) κ.τ.λ. Ακόμη είναι υπεύθυνοι για τις σχέσεις με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις και γενικότερα ασκούν κάθε δράση για την οποία εξουσιοδοτούνται από τα περιφερειακά γραφεία εκπ/σης.
Οι εξουσίες των δήμων συχνά αφορούν μικρές κατοικημένες κοινότητες και περιορισμένες περιοχές. Οι αρμοδιότητες τους είναι αυτές για τις οποίες εξουσιοδοτούνται από τις περιφέρειες ή τις επαρχίες όπως π.χ. υπευθυνότητες για λειτουργικά θέματα των σχολείων του 1ου κύκλου, για την κατάρτιση σχεδίων για το σχολικό δίκτυο του 1ου κύκλου (συνάθροιση, συγχώνευση, κατάργηση σχολικών μονάδων), για τη λήψη διευκολυντικών μέτρων για τους μαθητές (δωρεάν μεταφορά στα σχολεία και δωρεάν παροχή γευμάτων ή μειωμένου κόστους στα κυλικεία ανάλογα με την οικονομική κατάσταση των οικογενειών, παροχή βάουτσερ για την αγορά σχολικών βιβλίων και οικονομικών υποτροφιών κ.τ.λ.). Επίσης οι δημοτικές υπηρεσίες μαζί με τους επικεφαλής των σχολείων παρακολουθούν την ολοκλήρωση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Σε περίπτωση παραβίασης λαμβάνουν μέτρα (π.χ. επίπληξη γονέων, κοινοποίηση στην κοινωνική μέριμνα κ.τ.λ.). Κάποιες φορές για την καλλίτερη προσφορά υπηρεσιών οι κοινότητες ενώνονται σε κοινοπραξίες ή ενώσεις κοινοτήτων.
δ) σε επίπεδο ινστιτούτου ή σχολικής μονάδας.
Είναι προφανές ότι η οργάνωση και διοίκηση των σχολείων επηρεάζεται από το πλαίσιο της αυτονομίας που τους έχει εκχωρηθεί. Συνεπώς κρίνεται σκόπιμη μια σύντομη αναφορά σ’ αυτό το πλαίσιο. Η σχολική αυτονομία χορηγείται μόνο σε σχολεία με σταθερό αριθμό μαθητών για τουλάχιστον 5 χρόνια και ο οποίος κυμαίνεται από 500- 900 μαθητές. Εξαίρεση γίνεται για τα μικρά νησιά, τις ορεινές κοινότητες, τις γεωγραφικές περιοχές με εθνικές γλωσσικές ιδιαιτερότητες (ο αριθμός μπορεί να μειωθεί στους 300 μαθητές). Συγκεκριμένα η αυτονομία των σχολείων σχετίζεται με τη διδασκαλία, τη διοίκηση, το σχεδιασμό ερευνητικών δράσεων εκπ/σης και κατάρτισης, τους πειραματισμούς και την ανάπτυξη. Ο σχεδιασμός της εκπαιδευτικής τους προσφοράς αποτυπώνεται σε ένα βασικό έγγραφο (POF). Κάθε εκπαιδευτικό ίδρυμα καταρτίζει αυτό το έγγραφο το οποίο καθορίζει την πολιτιστική του ταυτότητα και τα σχέδια του για το μέλλον. Ο σχεδιασμός πρέπει να είναι συνεπής με τα ελάχιστα εθνικά στάνταρ. Το έγγραφο (POF) διαμορφώνεται από το σύλλογο διδασκόντων, στη βάση των γενικών στόχων που ορίζονται από το συνοικιακό σχολικό συμβούλιο, λαμβάνοντας υπόψη τις οικονομικές προτάσεις και συμβουλές από οργανώσεις και επαγγελματικές ενώσεις, ενώσεις γονέων και στην ανώτερη β΄/θμια και των ενδιαφερόμενων μαθητικών ενώσεων. Το διαμορφωμένο έγγραφο (POF) εγκρίνεται από το τοπικό σχολικό συμβούλιο και παρέχεται στο κοινό, στους μαθητές/σπουδαστές και στις οικογένειές τους με την εγγραφή. Σε κάθε σχολείο υπάρχουν σχολικά συμβούλια υπεύθυνα για ζητήματα σχετικά με τον προϋπολογισμό, την οργάνωση και τον προγραμματισμό των σχολικών δραστηριοτήτων.
Αναλυτικότερα η σχολική αυτονομία περιλαμβάνει:
Την αυτονομία της διδασκαλίας. Τα σχολεία αναγκαστικά διεκπεραιώνουν εθνικούς στόχους για τη μάθηση, την εκπαίδευση και την ανάπτυξη των μαθητών. Όμως για το σκοπό αυτό κάθε σχολείο οργανώνει το σχολικό και διδακτικό χρόνο με τρόπο που να ταιριάζει καλλίτερα στους μαθητές του και στους ρυθμούς μάθησης τους Για παράδειγμα μπορούν να υιοθετήσουν την ευελιξία που δικαιούνται για τον ετήσιο αριθμό διδακτικών ωρών κάθε αντικειμένου και την οργάνωση του σε χωριστές ενότητες. Επίσης οι μαθητές μπορούν να οργανωθούν σε ομάδες από την ίδια τάξη, διαφορετικών τάξεων και διαφορετικών ετών και να παρακολουθήσουν θεματικές ενότητες ή περιοχές με βάσει και τη διαθεματική προσέγγιση.
Την οργανωτική αυτονομία. Τα σχολεία μπορούν να αποφασίζουν πως θα χρησιμοποιήσουν τους διδακτικούς πόρους, να σχεδιάζουν ελεύθερα την οργάνωση τους σε γενικά και ειδικά θέματα κάθε είδους και κλάδου μελέτης, να προσαρμόζουν το σχολικό ημερολόγιο που εκδίδεται από την περιφέρεια στις απαιτήσεις του POF, να οργανώνουν με ευέλικτο τρόπο το συνολικό χρονοδιάγραμμα (ωρολόγιο πρόγραμμα) για τη διδακτέα ύλη και για κάθε μεμονωμένο θέμα ακόμη και στη βάση πολλών εβδομάδων (με ορισμένες προϋποθέσεις). Οι εκπαιδευτικοί μπορούν να απασχολούνται με διαφορετικό τρόπο στις διάφορες τάξεις και τμήματα, ανάλογα με τις μεθόδους και την οργάνωση που εμφανίζεται από το POF.
Την αυτονομία στην έρευνα, τον πειραματισμό και την ανάπτυξη. Αφορά το σχεδιασμό δράσεων από το προσωπικό του σχολείου και τις μεθοδολογικές καινοτομίες της διδακτέας ύλης Αν το ερευνητικό και καινοτομικό έργο απαιτεί δομικές αλλαγές πέρα του ευέλικτου προγράμματος σπουδών απαιτείται έγκριση από τον υπουργό παιδείας και σύμφωνη γνώμη του ανώτερου συμβουλίου για την εκπαίδευση.
Γενικότερα τα σχολεία μπορούν να καθιερώνουν θέματα ή δράσεις, να αυξάνουν την εκπαιδευτική προσφορά με προαιρετικά θέματα και δράσεις λαμβάνοντας υπόψη την τοπική κουλτούρα, τις κοινωνικές και τις οικονομικές απαιτήσεις. Επίσης μπορούν να προωθούν συμφωνίες δικτύων που αφορούν σε διδακτικές, σε ερευνητικές και σε πειραματικές δράσεις, στην αγορά αγαθών και υπηρεσιών, στην προσωρινή ανταλλαγή καθηγητών (με τη συναίνεση τους). Ακόμη μπορούν από μόνα τους ή με τη συνένωση σε δίκτυα σχολείων να κάνουν συμφωνίες με δημόσια ή ιδιωτικά ΑΕΙ, οργανισμούς και φορείς, με επαγγελματικές ενώσεις και οργανώσεις του ιδιωτικού τομέα. που λειτουργούν στην περιοχή τους. Τέλος στα σχολεία έχουν εκχωρηθεί διοικητικές και λογιστικές λειτουργίες με εξαίρεση τις σχετικές με το προσωπικό.
Ειδικότερα η διοίκηση των σχολείων ασκείται από όργανα τα οποία αναφέρονται παρακάτω:
▬ Από τον σχολικό μάνατζερ ο οποίος είναι διορισμένος κρατικός υπάλληλος και οι εργασιακές του συνθήκες καθορίζονται από συλλογική σύμβαση εργασίας (διαφορετική από των εκπαιδευτικών). Είναι ο νόμιμος εκπρόσωπος του σχολείου και ο υπεύθυνος για ολόκληρη τη διοίκηση του, τη διαχείριση των υλικών και οικονομικών πόρων, την ποιότητα και την αποτελεσματικότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, τον συντονισμό, την προώθηση δράσεων, την κατάρτιση διαδικασιών που αποσκοπούν στην εξασφάλιση της ποιότητας. Επίσης προωθεί επεμβάσεις , π.χ. βελτιωτικές για τη διασφάλιση της ποιότητας της εκπαιδευτικής διαδικασίας, ή την συνεργασία (πολιτιστική, οικονομική και επαγγελματική) με φορείς και επαγγελματικές οργανώσεις και τις παρουσιάζει στο δήμο ή τη κοινότητα. Ακόμη ο μάνατζερ είναι αντιπρόσωπος των επαγγελματικών σωματείων στο τοπικό σχολικό συμβούλιο, μπορεί να αναθέσει σε εκπαιδευτικούς της επιλογής του ειδικά καθήκοντα. Ο μάνατζερ βοηθιέται από τον διευθυντή για τις γενικές διοικητικές υπηρεσίες. Παρά τις αυξημένες αρμοδιότητές του, ο μάνατζερ οφείλει σεβασμό στα συλλογικά όργανα του σχολείου.
Από τον διευθυντή ο οποίος έχει λειτουργική αυτονομία και είναι διακεκριμένο μέλος του τοπικού σχολικού συμβουλίου. Επιβλέπει, στο πλαίσιο των κατευθυντήριων γραμμών που ορίζει ο μάνατζερ, τους στόχους, τις διοικητικές υπηρεσίες και τη γενική εκπαίδευση. Συντονίζει το εμπλεκόμενο προσωπικό, εκδίδει πιστοποιητικά, επεξεργάζεται σχέδια και προτάσεις για την απόδειξη της ποιότητας των παρερχομένων υπηρεσιών, συλλέγει και παρέχει πληροφορίες και διευκρινίσεις σχετικά με τα συμβόλαια, τις συμφωνίες και τις διατάξεις. Γενικότερα ο διευθυντής ασκεί τα καθήκοντα που του έχει εκχωρήσει ο μάνατζερ.
Από τη συνέλευση διδασκόντων η οποία απαρτίζεται από τον σχολικό μάνατζερ (ως πρόεδρο) και τους μόνιμους και τους προσωρινούς καθηγητές. Η συνέλευση διαμορφώνει τα εκπαιδευτικά σχέδια με βάση τη γενική γραμμή που χαράζει το τοπικό συμβούλιο. Η συνέλευση ακόμη λαμβάνει υπόψη της τις οικονομικές προϋποθέσεις και την έκφραση γνώμης της ένωσης γονέων, των οργανώσεων και της ένωσης των μαθητών (μόνο στην ανώτερη β΄/θμια εκπαίδευση). Επίσης περιοδικά αξιολογεί τη γενική ανάπτυξη της διδακτικής και την αποτελεσματικότητά της στην τήρηση των σχεδιασμένων στόχων και προτείνει κατάλληλα βελτιωτικά μέτρα. Επί πλέον επιλέγει βιβλία (μετά από διαβουλεύσεις με το συμβούλιο της τάξης και του τμήματος), διδακτικά υλικά (σεβόμενη τα οικονομικά όρια που θέτει το τοπικό σχολικό συμβούλιο), ζητά την έγκριση του υπουργείου για ερευνητικά προγράμματα και καινοτομίες για τη διδακτέα ύλη (όταν αυτά υπερβαίνουν τα όρια της αυτονομίας του σχολείου), διαβουλεύεται με το σχολικό μάνατζερ για το σχηματισμό των τάξεων, για την κατάρτιση του ωρολογίου προγράμματος, για τις επιδοτήσεις των σχολικών δραστηριοτήτων (στα πλαίσια των γενικών κριτηρίων που ορίζει το τοπικό σχολικό συμβούλιο και των προϋποθέσεων που θέτει το συμβούλιο της τάξης).
Από το τοπικό σχολικό συμβούλιο το οποίο διαιρείται σε αυτό της α΄/θμιας και αυτό της β΄/μιας. Απαρτίζεται από εκλεγμένους αντιπροσώπους του προσωπικού διδακτικού και μη, γονείς και μαθητές (μόνο στην ανώτερη β/΄θμια εκπ/ση), τον διευθυντή και τον μάνατζερ. Ο πρόεδρος εκλέγεται από τους αντιπροσώπους των γονέων. Το συμβούλιο συσκέπτεται για τις αγορές, την ανακαίνιση και την συντήρηση του σχολικού εξοπλισμού και του διδακτικού υλικού, για τα κληροδοτήματα, για τη βιβλιοθήκη και για τα αναλώσιμα υλικά της τάξης. Εγκρίνει τα σχέδια για την προσφερόμενη εκπαίδευση και την οργάνωση των σχολικών δράσεων και της σχολικής ζωής. Αποφασίζει για τη χρήση των εγκαταστάσεων και του εξοπλισμού, για την κουλτούρα του σχολείου, για τα σπορ, για τις δράσεις αναψυχής και για τις συνεργασίες με άλλα σχολεία. Σχεδιάζει εξωσχολικές δραστηριότητες (εκπαιδευτικά ταξίδια, επισκέψεις πολιτιστικές, συστήματα ασφάλισης για μαθητές κ.τ.λ.). Το συμβούλιο οφείλει να φροντίζει για την τήρηση των οικονομικών ορίων. Επίσης οφείλει να σέβεται την εξουσία του συλλόγου διδασκόντων και την ελευθερία των καθηγητών στη δουλειά τους.
Από την ελεγκτική επιτροπή η οποία εκλέγεται από το σχολικό συμβούλιο και πρόεδρός της είναι ο μάνατζερ. Αυτή καταρτίζει σχέδιο οικονομικού προϋπολογισμού και απολογισμού για τα τελικά έξοδα και διασφαλίζει ότι εφαρμόζονται οι οικονομικές αποφάσεις του συμβουλίου.
Από την επιτροπή εκπαιδευτικών η οποία σχεδιάζει τη διδασκαλία και τα εκπαιδευτικά προγράμματα για κάθε. σχολικό έτος, εξετάζει περιοδικά την συνολική εκπαιδευτική δραστηριότητα ώστε να διασφαλίζεται η επιτυχία των ορισθέντων στόχων και κάνει βελτιωτικές προτάσεις όπου είναι απαραίτητο.
Από το συμβούλιο της τάξης το οποίο αποτελείται από τους διδάσκοντες στην τάξη, 4 εκλεγμένους εκπροσώπους γονέων (στο 1ο κύκλο της β΄/θμιας) ή δύο γονείς και δύο μαθητές (στο 2ο κύκλο της β΄/θμιας) και από τον σχολικό μάνατζερ ως πρόεδρο (εκτός αν ανατεθεί σε ένα εκπ/κό της τάξης). Έχει αρμοδιότητα να προωθεί θέματα της τάξης, να κάνει προτάσεις στο σύλλογο διδασκόντων για τη διδασκαλία και την εκπαίδευση. Επίσης αρμοδιότητές της είναι, αποκλειστικά και μόνο με την παρουσία των εκπαιδευτικών, η διεκπεραίωση του διεπιστημονικού συντονισμού, η περιοδική και τελική αξιολόγηση (εκτίμηση) των μαθητών, η αξιολόγηση της διδασκαλίας, η πειθαρχία της τάξης, η οργάνωση καινοτομιών και η υποστήριξη πρωτοβουλιών.
Από το σώμα των αξιολογητών (εσωτερική αξιολόγηση) και το οποίο συστήνεται για κάθε διδακτικό αντικείμενο ή ένα σε κάθε σχολείο. Απαρτίζεται από 4 τακτικά μέλη και 4 αναπληρωματικά (ανάλογα με το αν ο αριθμός των εκπαιδευτικών υπερβαίνει τους 50), εκλεγμένα από τη γενική συνέλευση. Πρόεδρος του σώματος είναι ο μάνατζερ. Η εσωτερική αξιολόγηση ρυθμίζεται από τον Χάρτη των Ακαδημαϊκών Υπηρεσιών και τον κανονισμό για αυτονομία. Ο πρώτος επικεντρώνεται στους τομείς της ποιότητας (διδακτική, διοικητική, περιβάλλον). Η αξιολόγηση γίνεται με δείκτες μέσω ερωτηματολογίων προς τους γονείς, το προσωπικό και τους μαθητές.
Τέλος υπάρχουν διαβουλεύσεις εσωτερικές οι οποίες λαμβάνουν χώρα ανάμεσα σε όλα τα σχολικά όργανα.


Βιβλιογραφία
«Δομές των συστημάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης στην Ευρώπη».
http://eacea.ec.europa.eu/education/eurydice/eurybase_en.php