Τετάρτη 30 Μαρτίου 2011

Περίγραμμα της Δικαιικής Οργάνωσης των Ευρωπαϊκών Εκπαιδευτικών συστημάτων (ΔΟΥΓΙΟΥ ΧΡΥΣΑ)

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΚΑΘΟΔΗΓΗΣΗ
Εισήγηση ΔΟΥΓΙΟΥ ΧΡΥΣΑ
3. Περίγραμμα της Δικαιικής Οργάνωσης των Ευρωπαϊκών Εκπαιδευτικών συστημάτων
Εισαγωγή
Η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα πολύ αργά κατανόησε ότι η εκπαίδευση είναι ο βασικότερος μοχλός για μια ουσιαστική παρέμβαση και συμμετοχή στο νέο κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι που διαμορφώνεται στη νέα Ευρώπη΄. Τόσο τα κοινοτικά όσο και τα αρμόδια εθνικά όργανα των κρατών – μελών της έχουν υπογραμμίσει πολύ συχνά την ιδέα της ευρωπαϊκής διάστασης στην εκπαίδευση και έχουν στρέψει την τελευταία δεκαετία το ενδιαφέρον τους προς την κατεύθυνση αυτή. Ήδη από το 1988, το Συμβούλιο Υπουργών Παιδείας ενέκρινε ψήφισμα σχετικό με την ενίσχυση της ευρωπαϊκής διάστασης στην εκπαίδευση. Στο ψήφισμα αυτό αναφέρεται ότι θα πρέπει να ενισχυθεί στους νέους η αίσθηση της ευρωπαϊκής ταυτότητας και να καταστεί συνείδηση σ΄ αυτούς η αξία του ευρωπαϊκού πολιτισμού και των θεμελίων πάνω στα οποία οι λαοί της Ευρώπης έχουν σήμερα την πρόθεση να οικοδομήσουν την ανάπτυξη τους, με την περιφρούρηση των αρχών της δημοκρατίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης και του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Το πλαίσιο και οι κανόνες λειτουργίας του εκπαιδευτικού χώρου της
Ευρωπαϊκής Ένωσης, ήδη από τη δεκαετία του ΄90, έχουν σαφώς και
ευδιάκριτα καθοριστεί από τους τρεις άξονες της κοινοτικής πολιτικής: το
νομικό (Συνθήκη του Μάαστριχ), τον οικονομικό (Λευκή Βίβλος) και τον
κοινωνικό (Πράσινο Βιβλίο). Ο ρόλος της ευρωπαϊκής διάστασης είναι να
συμβάλλει δυναμικά μέσα από ένα δεδομένο περιβάλλον οικονομικής,
κοινωνικής και πολιτιστικής πολυσύνθεσης στην αποτελεσματικότερη
εκπαιδευτική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τα πιο αντιπροσωπευτικά εκπαιδευτικά συστήματα σήμερα στον
ευρωπαϊκό χώρο είναι το εκπαιδευτικό σύστημα της Ομοσπονδιακής
Δημοκρατίας της Γερμανίας, του Ηνωμένου Βασιλείου, της Ιταλίας και της
Γαλλίας. Είναι χρήσιμο λοιπόν να προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε τα
συστήματα των χωρών αυτών. Η ιδιαίτερη σημασία εξάλλου, που αποκτά την
τελευταία κυρίως δεκαετία, η εκπαίδευση για το μέλλον της ευρωπαϊκής
ένωσης, καθιστά απαραίτητη την πλήρη ενημέρωση των νέων ανθρώπων που
42
σήμερα είναι πλέον ελεύθεροι να μετακινούνται και να εργάζονται σε όλα τα
κράτη-μέλη της. Η αυξημένη κινητικότητα που παρουσιάζεται τα τελευταία
χρόνια στην εκπαίδευση και στο σύστημα κατάρτισης, αλλά και η εξάλειψη
πλέον της παραδοσιακής διαχωριστικής γραμμής, μεταξύ της εκπαίδευσης και
επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης, καθιστά αναγκαία τη νέα
προσέγγιση των ευρωπαϊκών συστημάτων. Η ποικιλομορφία των συστημάτων
τεχνικής-επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης στην Ευρωπαϊκή Ένωση
παρουσιάζει άλλωστε, μεγάλο ενδιαφέρον για πολιτικοοικονομικούς,
κοινωνικοπολιτιστικούς και εκπαιδευτικούς λόγους. Ας δούμε όμως, τα
προαναφερθέντα εκπαιδευτικά συστήματα συνοπτικά ένα-ένα.1
i. Εκπαιδευτικό σύστημα Γερμανίας
Στον τομέα της εκπαίδευσης το ομοσπονδιακό Σύνταγμα της Γερμανίας
εγγυάται μεταξύ άλλων, την ελευθερία της τέχνης και της επιστήμης, της
έρευνας και της διδασκαλίας, την ελευθερία στη θρησκεία και στην επιλογή
του επαγγέλματος, την ισότητα των ευκαιριών στην εκπαίδευση, καθώς και την
ελευθερία στην άσκηση του φυσικού δικαιώματος των γονέων να φροντίζουν
και να ανατρέφουν τα παιδιά τους.
Όσον αφορά την οργανωτική δομή του εκπαιδευτικού συστήματος της
Γερμανίας περιλαμβάνει τρεις βαθμίδες εκπαίδευσης, πρωτοβάθμια –
δευτεροβάθμια - τριτοβάθμια. Η προσχολική αγωγή στη Γερμανία παρέχεται
σε παιδικούς σταθμούς στους οποίους φοιτούν τα νήπια έως 3 ή 4 χρονών της
ηλικίας τους και σε νηπιαγωγεία, στα οποία φοιτούν τα παιδιά έως 5 ή 6
χρόνων. 2
Η πρωτοβάθμια εκπαίδευση παρέχεται στα βασικά σχολεία, στα οποία η
σχολική φοίτηση διαρκεί 4 χρόνια και καλύπτει τις ηλικίες των παιδιών 6 έως
10 χρόνων. Η κατώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση περιλαμβάνει σχολεία, στα
οποία φοιτούν οι μαθητές που ολοκλήρωσαν τη βασική εκπαίδευση και η
ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση παρέχεται σε μαθητές ηλικίας 16 ως 19
χρόνων και περιλαμβάνει μαθήματα γενικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης.
Η υποχρεωτική εκπαίδευση στη Γερμανία είναι 10 (12) χρόνια, η εισαγωγή
των μαθητών στα σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης γίνεται με βάση το
1 Anweiler – Kuebart – Liegie – Schafer – Sussmuth, Εκπαιδευτικά Συστήματα στην Ευρώπη (Μεταφρ. Δ. Θωίδη),
Εκδ. Αφοί Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη, 1987, σελ. 35-47.
2 D. Hoph, «Το ενιαίο Σχολείο, Εμπειρίες από την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας», (Μεταφρ. Γ.
Βρεττός), Παιδαγωγική Επιθεώρηση, τ. 4ος, Αθήνα, 1990, σελ. 61.
43
απολυτήριο, επίσης υπάρχουν επαγγελματικές σχολές πλήρους προγράμματος,
που προετοιμάζουν τους μαθητές για τα επαγγέλματα ή τους παρέχουν
συγχρόνως επαγγελματική εκπαίδευση με συνέχιση των γενικών τους
σπουδών.
Επίσης υπάρχει στη Γερμανία και το δυϊκό σύστημα επαγγελματικής
εκπαίδευσης και κατάρτισης, όπου η επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση
διεξάγεται συγχρόνως σε δύο τομείς μάθησης, τομέας μάθησης-επιχείρηση και
τομέας μάθησης-επαγγελματική σχολή μερικού προγράμματος. Ο υπουργός
Παιδείας και Πολιτιστικών Υποθέσεων του κάθε κρατιδίου της Γερμανίας
ασκεί ουσιαστική εξουσία στην εποπτεία και τη διοίκηση των σχολείων που
παρέχουν γενική και επαγγελματική εκπαίδευση.3
ii. Εκπαιδευτικό σύστημα Ηνωμένου Βασιλείου
Η εκπαίδευση στο Ηνωμένο Βασίλειο χαρακτηρίζεται από
αποκεντρωτικές τάσεις. Οι εκπαιδευτικές αρμοδιότητες και ευθύνες
κατανέμονται μεταξύ της κεντρικής κυβέρνησης, της τοπικής κυβέρνησης, της
εκκλησίας και άλλων εκλεγμένων οργάνων, των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και
του διδακτικού προσωπικού.
Στην Αγγλία η προσχολική εκπαίδευση είναι η εκπαίδευση των παιδιών
ηλικίας 2 έως 5 χρόνων, που προηγείται της υποχρεωτικής περιόδου
εκπαίδευσης και παρέχεται είτε μέσω των τοπικών αρχών, είτε από εθελοντικά
και ανεξάρτητα σωματεία. Η υποχρεωτική εκπαίδευση διαρκεί έντεκα χρόνια
και καλύπτει τις ηλικίες των παιδιών 5 έως 16 χρόνων. Η βασική εκπαίδευση
περιλαμβάνει παιδιά ηλικιών 5-7 χρόνων και 7-11 χρόνων. Η δευτεροβάθμια
εκπαίδευση περιλαμβάνει παιδιά ηλικίας 11 έως 18 και πάνω χρόνων, ενώ η
υποχρεωτική εκπαίδευση διαρκεί μέχρι τα 16 χρόνια. 4
Η μεταυποχρεωτική εκπαίδευση στο Ηνωμένο Βασίλειο περιλαμβάνει
των ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση 16-18 χρόνων και των ανώτατη
εκπαίδευση. Η ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση προσφέρεται στα κολέγια
που διέπονται από τη σχολική νομοθεσία και στα ινστιτούτα ή κολέγια
ανώτερης εκπαίδευσης που ρυθμίζονται από το διάταγμα για την ανώτερη και
την ανώτατη εκπαίδευση του 1992.
3 Κ. Χρυσαφίδη, Το Εκπαιδευτικό Σύστημα της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, στο Τ. Μάρκου, - Σ.
Μπουζάκη, κ.α. Συγκριτική Παιδαγωγική. Εκπαίδευση στην Ευρώπη, Εκδ. Gutenberg, Αθήνα, 1990, σελ. 52-54.
4 M. McLean, - Α. Υφαντή, Η Εκπαίδευση στην Αγγλία και Ουαλία, στο Σ. Μπουζάκης: Συγκριτική Παιδαγωγική
ΙΙ, Gutenberg, Αθήνα, 1990, σελ.33-35.
44
Όσον αφορά την επαγγελματική εκπαίδευση, η διαχείριση των
κυριότερων επαγγελματικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων και των
προγραμμάτων κατάρτισης των νέων έχει μεταφερθεί από το υπουργείο
Εργασίας στο Συμβούλιο Εκπαίδευσης και Επιχειρήσεων. Επίσης, οι
κυριότεροι φορείς που παρέχουν την ανώτατη εκπαίδευση είναι τα
πανεπιστήμια και τα ινστιτούτα ανώτατης εκπαίδευσης. Υπάρχει και το
ανοικτό πανεπιστήμιο, που προσφέρει ανώτερα εκπαιδευτικά μαθήματα. Τα
ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στο Ηνωμένο
Βασίλειο είναι αυτόνομα ή αυτοδιοικούμενα.5
Όσον αφορά τη διοίκηση και την εποπτεία, για όλα τα θέματα της
εκπαίδευσης την αρμοδιότητα στην Αγγλία έχει το υπουργείο Παιδείας, ενώ το
υπουργείο Εργασίας είναι αρμόδιο για τα θέματα της επαγγελματικής
εκπαίδευσης και κατάρτισης.
iii. Εκπαιδευτικό σύστημα Ιταλίας
Η εκπαίδευση στην Ιταλία παραδοσιακά διοικείται από κεντρικές
επιτροπές, αλλά ήδη από τη δεκαετία του 50΄, οι αρμοδιότητες των
εκπαιδευτικών υπηρεσιών έχουν σταδιακά αποκεντρωθεί. Η άσκηση ωστόσο
της εκπαιδευτικής πολιτικής παραμένει στην ευθύνη και αρμοδιότητα της
κεντρικής διοίκησης. Γι΄ αυτό το λόγο όλα τα σχολεία, κρατικά και μη
κρατικά, πρέπει να αποδέχονται και να εφαρμόζουν τους εθνικούς νόμους, τα
διατάγματα και τις εν γένει κρατικές ρυθμίσεις, αν θέλουν να έχουν νόμιμη
εξουσιοδότηση και αυτονομία.6
Η συνολική ευθύνη και η αρμοδιότητα της εκπαίδευσης ανήκει σε δύο
υπουργεία: το υπουργείο Δημόσιας Εκπαίδευσης, που καλύπτει την
προσχολική, την πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και το
υπουργείο Πανεπιστημίων και Επιστημονικής και Τεχνολογικής Έρευνας, στο
οποίο μεταβιβάσθηκε η ευθύνη για την τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Όσον αφορά την οργανωτική δομή και λειτουργία στην προσχολική
εκπαίδευση, η αρμοδιότητα των κρατικών νηπιαγωγείων για παιδιά ηλικίας 3
έως 6 χρόνων ανήκει στο υπουργείο Δημόσιας Εκπαίδευσης, ενώ η διοίκηση
ασκείται από τις τοπικές εκπαιδευτικές αρχές. Η υποχρεωτική εκπαίδευση στην
5 S. Nisbet, «Το ενιαίο Σχολείο στη Μεγ. Βρετανία. Εμπειρίες και Προοπτικές». (Μεταφρ. Κ. Μάνος), Παιδαγωγική
Επιθεώρηση, τ. 4ος, Αθήνα, 1986, σελ. 48-57.
6 Κ. Δεμερτζή, «Οργάνωση της Εκπαίδευσης στην Ιταλία», Νέα Παιδεία τ. 8ος, Αθήνα, 1981, σελ. 78.
45
Ιταλία αρχίζει στην ηλικία των 6 χρόνων και συνεχίζει μέχρι την ηλικία των 14
χρόνων.7
Η βασική εκπαίδευση διαρκεί πέντε χρόνια, δέχεται παιδιά από 6 έως 11
χρόνων. Η κατώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση καλύπτει τα τρία τελευταία
χρόνια της υποχρεωτικής εκπαίδευσης και δέχεται τους αποφοίτους της
βασικής εκπαίδευσης ηλικίας 11 έως 14 χρόνων. Σχετικά με την
μεταυποχρεωτική εκπαίδευση, η ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση
προσφέρεται σε νέους ανθρώπους ηλικίας 14 έως 19 χρονών.
Υπάρχει επίσης στο εκπαιδευτικό σύστημα της Ιταλίας το κλασικό
λύκειο, το επιστημονικό λύκειο, το καλλιτεχνικό και οι καλλιτεχνικές σχολές,
το τεχνικό ινστιτούτο, η επαγγελματική σχολή. Όσον αφορά την τριτοβάθμια
εκπαίδευση το Σύνταγμα στην Ιταλία αναγνωρίζει το δικαίωμα των
Πανεπιστημίων και των ακαδημιών να ενεργούν αυτόνομα, μέσα στα όρια που
θεσπίζονται από το νόμο. Η τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι δημόσια και
ιδιωτική.
Η διοίκηση, εποπτεία, τα οικονομικά και τα άλλα θέματα της
εκπαίδευσης στην Ιταλία ανήκουν στην αρμοδιότητα των υπουργείων
Δημόσιας Εκπαίδευσης και Πανεπιστημίων, Επιστημονικής και Τεχνολογικής
Έρευνας, καθώς και στις Τοπικές Αρχές.8
iv. Εκπαιδευτικό σύστημα Γαλλίας
Η εκπαίδευση στη Γαλλία είναι δημόσια, συνυπάρχει παράλληλα στο
όνομα της ελευθερίας της εκπαίδευσης και η ιδιωτική εκπαίδευση, που κατά
κανόνα αποτελείται από καθολικά σχολικά ιδρύματα που έχουν συνάψει
σύμβαση με το κράτος. Ο νόμος πλαίσιο για την εκπαίδευση της 10ης Ιουλίου
1989 καθιερώνει την εκπαίδευση σαν ζήτημα βασικής εθνικής προτεραιότητας
και θέτει ως κύριο στόχο της την προσφορά εκπαίδευσης σε όλες τις ηλικιακές
ομάδες.
Για την άσκηση της γενικής εκπαιδευτικής πολιτικής και για θέματα που
αφορούν τα σχολεία πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης αρμόδιος
είναι ο υπουργός Εθνικής Εκπαίδευσης, ενώ ο υπουργός Ανώτερης
7 M. Vassali, Ιταλία: Εκπαιδευτικό Σύστημα, Μεγάλη Παιδαγωγική Εγκυκλοπαίδεια, τ. 3ος, Εκδ. Ελληνικά
Γράμματα, Herder, Αθήνα, 1991, σελ. 61-64.
8 A. Visarberdi, Ιταλία: Εκπαιδευτικό Σύστημα (Μεταφρ. Ε.Κ) στο Παιδαγωγική Ψυχολογική Εγκυκλοπαίδεια
Λεξικό, τ. 5ος, Αθήνα, 1992, σελ. 58-60.
46
Εκπαίδευσης και Έρευνας έχει την αρμοδιότητα για θέματα που αφορούν την
τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Η προσχολική εκπαίδευση στη Γαλλία είναι προαιρετική και παρέχεται
σε παιδιά ηλικίας 2 έως 5 χρόνων. Η σχολική παρακολούθηση είναι
υποχρεωτική για τις ηλικίες των παιδιών 6 έως 16 χρόνων, διαρκεί δηλαδή 10
χρόνια. Η βασική εκπαίδευση προσφέρεται δωρεάν για όλα τα παιδιά ηλικίας 6
έως 11 χρόνων και διαρκεί 5 χρόνια.9
Η δευτεροβάθμια εκπαίδευση περιλαμβάνει τα κολέγια και τα λύκεια,
που αποτελούν τον κύριο κορμό του γαλλικού εκπαιδευτικού συστήματος.
Επίσης και η ευθύνη για την αρχική επαγγελματική εκπαίδευση ανήκει στον
υπουργό Εθνικής Εκπαίδευσης. Η τριτοβάθμια εκπαίδευση ορίζεται ως
δημόσια υπηρεσία στη Γαλλία, η οποία περιλαμβάνει τη μεταδευτεροβάθμια
εκπαίδευση και εντάσσεται σε διάφορα υπουργεία.
Για την άσκηση της εκπαιδευτικής πολιτικής αρμόδιοι είναι κυρίως ο
υπουργός της Εθνικής Εκπαίδευσης για θέματα που αφορούν τη σχολική
εκπαίδευση και ο υπουργός Ανώτερης Εκπαίδευσης και Έρευνας για θέματα
που αφορούν την τριτοβάθμια εκπαίδευση και την έρευνα.10
v. Συγκριτική θεώρηση των εκπαιδευτικών συστημάτων
Από την παραπάνω αναφορά των αντιπροσωπευτικών ευρωπαϊκών
εκπαιδευτικών συστημάτων διαπιστώνουμε ότι υπάρχουν πολλά κοινά σημεία
μεταξύ τους, αλλά συγχρόνως υπάρχει και δυνατότητα για παραπέρα σύγκλιση
και εναρμόνιση των συστημάτων μεταξύ τους, ώστε τα σημεία απόκλισης τους
να μειωθούν στο ελάχιστο.
Από μια πρώτη σύγκριση που μπορεί να γίνει διαπιστώνουμε ότι ο
γενικός σκοπός των εκπαιδευτικών συστημάτων εστιάζεται στην ανάπτυξη
όλων των ικανοτήτων και των δεξιοτήτων (ψυχικών, πνευματικών και
σωματικών) του ατόμου, ώστε να καταστεί μια ελεύθερη και ολοκληρωμένη
προσωπικότητα, για να μπορεί να κρίνει ελεύθερα, να δρα και να συμμετέχει
στις αποφάσεις μιας ευρύτερης δημοκρατικής κοινωνίας. Οι λαοί της Ευρώπης
διέπονται από τα ίδια ιδανικά, τις ίδιες αρχές και την ίδια πολιτιστική
κληρονομιά και έχουν αποφασίσει από κοινού να δημιουργήσουν την Ευρώπη
9 Δ. Ματθαίου, Γαλλία: Εκπαιδευτικό Σύστημα, στο Παιδαγωγική Ψυχολογική Εγκυκλοπαίδεια Λεξικό, τ. 2ος, Εκδ.
Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα, 1990, σελ. 43-47.
10 T. Malan, Ενιαίο Σχολείο στη Γαλλία. Έρευνες και Προοπτικές (Μεταφρ. Α. Κοσμά), στο Παιδαγωγική
Επιθεώρηση, τ. 4/1986, Αθήνα, σελ. 18-20.
47
χωρίς σύνορα και να προωθήσουν τη δημοκρατία με βάση τα θεμελιώδη
δικαιώματα που αναγνωρίζονται από τα Συντάγματα και τους νόμους των
κρατών-μελών.
Η οργανωτική δομή των εκπαιδευτικών συστημάτων που αναφέραμε
περιλαμβάνει τρεις βαθμίδες εκπαίδευσης, πρωτοβάθμια – δευτεροβάθμια –
τριτοβάθμια. Η προσχολική αγωγή περιλαμβάνει κυρίως τις ηλικίες παιδιών 4-
6 χρόνων που φοιτούν σε νηπιαγωγεία ή σε τάξεις προσχολικής αγωγής και
είναι ενταγμένες στο βασικό σχολείο.
Η πρωτοβάθμια εκπαίδευση περιλαμβάνει τις ηλικίες παιδιών από 6
χρόνων, που φοιτούν στα βασικά ή στοιχειώδη σχολεία κατά κανόνα για 6
χρόνια. Συγκεκριμένα, στην Ελλάδα και στην Αγγλία είναι 6 χρόνια, στη
Γερμανία 4 χρόνια και στην Ιταλία και στη Γαλλία 5 χρόνια.
Η δευτεροβάθμια εκπαίδευση περιλαμβάνει τις ηλικίες των παιδιών από
11 και 12-18 και διακρίνεται σε δύο κύκλους. Ο κατώτερος κύκλος
περιλαμβάνει τις τρεις πρώτες τάξεις και αποτελεί ενιαίο και υποχρεωτικό
σχολείο. Ο ανώτερος κύκλος περιλαμβάνει τις τρεις ή τις δύο ανώτερες τάξεις
με σχολεία διαφόρων κατευθύνσεων που οδηγούν τους μαθητές στην
τριτοβάθμια εκπαίδευση ή στο επάγγελμα.
Η υποχρεωτική εκπαίδευση στις παραπάνω χώρες είναι: Ελλάδα 9
χρόνια, Γαλλία 10, Αγγλία 12, Γερμανία 10 (12) και Ιταλία 8 χρόνια με
προοπτική για επέκταση σε 10 χρόνια. Η εισαγωγή των μαθητών στα σχολεία
της ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης γίνεται με βάση το απολυτήριο του
κατώτερου κύκλου και με εξετάσεις ή χωρίς εξετάσεις ανάλογα.
Το ενιαίο σχολείο στην ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση λειτουργεί
σε κάθε χώρα με σκοπό να εξαλείψει τις διακρίσεις ανάμεσα στους διάφορους
τύπους σχολείων της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και να μεταθέσει την
επιλογή των μαθητών για την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση στην
ηλικία των 17 και 18 χρόνων.
Στις χώρες στις οποίες διατηρείται ακόμη η κάθετη δομή στο
εκπαιδευτικό σύστημα με διαφορετικούς τύπους σχολείων και διαφορετικούς
κλάδους, όπως συμβαίνει πχ. Στη Γερμανία, έγινε τουλάχιστον μια αναβάθμιση
του κύριου σχολείου και της ανώτερης δευτεροβάθμιας επαγγελματικής
εκπαίδευσης με τη δυνατότητα να εξασφαλίζουν και οι μαθητές των σχολείων
αυτών το απολυτήριο του κατώτερου κύκλου της δευτεροβάθμιας
48
εκπαίδευσης. Αυξήθηκε εξάλλου, και η δυνατότητα του μαθητή να μεταβαίνει
από τον έναν στον άλλο τύπο σχολείου, με το άνοιγμα του ανώτερου κύκλου
της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σε μαθητές που προέρχονται από τα σχολεία
γενικής εκπαίδευσης και από επαγγελματικές σχολές.
Σε αντίθεση προς την παραδοσιακή διάκριση παρατηρείται σήμερα η
τάση για όλο και μεγαλύτερη προσέγγιση των διαφόρων τύπων σχολείων, που
φθάνει μάλιστα, και στην ενσωμάτωση της γενικής και επαγγελματικής
εκπαίδευσης σε έναν τύπο σχολείου. Στη Γαλλία ενισχύθηκε η διαπερατότητα
ανάμεσα στις τεχνικές και επαγγελματικές σχολές και στα τεχνικά και γενικά
γυμνάσια από το τέλος της δεκαετίας του 60΄, στην Αγγλία προσφέρονται
διάφορες δυνατότητες σύνδεσης γενικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης στην
περιοχή των Farther education και στη Γερμανία εντάχθηκαν διάφορες
κατευθύνσεις σπουδών με απολυτήριο που επιτρέπει την εισαγωγή σε
συγκεκριμένες μόνο ανώτερες σχολές. Στην Ελλάδα με την τελευταία
μεταρρύθμιση των ετών 1977/1998 στην ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση
συνυπάρχουν δύο διαφορετικοί τύποι σχολείων, το ενιαίο λύκειο και το ΤΕΕ.
Και απομένουν να γίνουν πολύ σύντομα και οι ανάλογες αλλαγές στην Ιταλία
στην περιοχή της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Αλλά και στον ιδιαίτερο χώρο της επαγγελματικής εκπαίδευσης
μπορούμε να επισημάνουμε ότι, η σαφής διάκριση και ο διαχωρισμός ανάμεσα
σε σχολεία γενικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης σταδιακά παραμερίζεται,
με την εξαίρεση της χώρας μας, ενώ παράλληλα διευκολύνεται η μετάβαση
από τον έναν στον άλλο τύπο σχολείων της ανώτερης δευτεροβάθμιας
εκπαίδευσης. Επίσης η εξειδικευμένη επαγγελματική εκπαίδευση παραχωρεί
τη θέση της σε μια πλατιά τεχνική φυσιογνωμιστική βασική εκπαίδευση, όπως
συνέβη με τη Γαλλία, οι τύποι σχολείων του ανώτερου κύκλου της
δευτεροβάθμιας εκπαίδευση που προετοίμαζαν για σπουδές στα πανεπιστήμια,
έχασαν την ενιαία σύλληψη μιας παραδοσιακής – ανθρωπιστικής μόρφωσης,
διαφοροποιήθηκαν και προσανατολίστηκαν προς διάφορες επαγγελματικές
περιοχές και η ανώτερη βαθμίδα της δευτεροβάθμιας με χαρακτήρα
προετοιμασίας για το επάγγελμα (επαγγελματικές σχολές και τεχνικά
γυμνάσια), κολέγια στη Γαλλία, διευρύνουν το ποσοστό μαθημάτων γενικής
εκπαίδευσης, προχωρούν βαθμιαία στην επαγγελματική εξειδίκευση και
49
παρουσιάζουν την τάση να προετοιμάζουν μάλλον για ομάδες επαγγελμάτων ή
για επαγγελματικές περιοχές, παρά για εξειδικευμένα επαγγέλματα11.
Τα προγράμματα σπουδών όλων των σχολείων της πρωτοβάθμιας και
δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης συντάσσονται από κάποια κεντρική αρχή σε
εθνικό επίπεδο. Σε μερικά εκπαιδευτικά συστήματα, όπως πχ. της Ελλάδας,
διαμορφώνεται από την κεντρική διοίκηση της εκπαίδευσης με πρόταση του
Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και παίρνει την τυπική μορφή της υπουργικής
απόφασης ή του προεδρικού διατάγματος. Σε άλλες χώρες, όπως πχ, στην
Αγγλία, υπεύθυνος για τη σύνταξη είναι ο εκπαιδευτικός με το διευθυντή του
σχολείου.
Η ανώτατη εκπαίδευση σε όλα τα εκπαιδευτικά συστήματα που
αναφέραμε, περιλαμβάνει τα πανεπιστήμια και τα κολέγια, καθώς και τα
τεχνολογικά εκπαιδευτικά ιδρύματα. Η διάρκεια της φοίτησης ποικίλλει από 2
έως 6 χρόνια, ανάλογα με τη σχολή. Η εισαγωγή στις σχολές της τριτοβάθμιας
εκπαίδευσης γίνεται ή με βάση το βαθμό απολυτηρίου του σχολείου της
βαθμίδας της ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης ή με ειδικές εισαγωγικές
εξετάσεις.
Για την άσκηση της διοίκησης, υπεύθυνος σε εθνικό επίπεδο είναι ο
υπουργός Παιδείας, εκτός της Γερμανίας, όπου υπεύθυνος είναι ο υπουργός
Παιδείας του κάθε κρατιδίου και της Αγγλίας, όπου ο υπουργός Παιδείας είναι
υπεύθυνος για όλα τα ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και για τα
σχολεία της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης της Αγγλίας και
της Ουαλίας.
Η διοίκηση του σχολείου της πρωτοβάθμιας και της δευτεροβάθμιας
εκπαίδευσης ασκείται από το διευθυντή του σχολείου και το σχολικό
συμβούλιο, σύμφωνα με τους σχετικούς νόμους, τα διατάγματα και τις
εγκυκλίους του υπουργού Παιδείας και τις οδηγίες των επαρχιακών αρχών και
οργάνων. Στην άσκηση της διοίκησης της εκπαίδευσης ο υπουργός
συμβουλεύεται τις αρμόδιες επιτροπές, τις συνδικαλιστικές οργανώσεις των
11 Σε όλα τα προαναφερθέντα εκπαιδευτικά συστήματα δόθηκε ιδιαίτερη προσοχή στην εισαγωγή του
επαγγελματικού προσανατολισμού στα σχολεία, ώστε να επιτρέπει τις έγκαιρες προγνώσεις για την
καταλληλότητα του μαθητή για σπουδές ή για μια συγκεκριμένη επαγγελματική εκπαίδευση, καθώς και στην
επιτυχή αντιμετώπιση της ειδικής αγωγής και της ειδικής επαγγελματικής εκπαίδευσης για τα άτομα που
χρειάζονται ιδιαίτερη φροντίδα και ιδιαίτερη μεταχείριση. Επίσης παρατηρούμε και μια άλλη τάση εξίσου
σημαντική για την εκπαίδευση των ατόμων που προέρχονται από στερημένο οικογενειακό και πολιτιστικό
περιβάλλον. Η ατομική βοήθεια και προώθηση στο σχολείο των ατόμων αυτών παίρνει τη μορφή
συμπληρωματικών μέτρων προς την οικογένεια στα πλαίσια της προσχολικής αγωγής και τη μορφή της
διαφοροποίησης και εξατομίκευσης της διδασκαλίας στο σχολείο.
50
εκπαιδευτικών, των γονέων και των άλλων κοινωνικών φορέων που
ενδιαφέρονται για την εκπαίδευση.
Επίσης στις χώρες που αναφέραμε η υποχρεωτική εκπαίδευση
παρέχεται δωρεάν με την υποστήριξη του κρατικού προϋπολογισμού ή και με
την αρωγή των τοπικών αρχών, ενώ η τριτοβάθμια εκπαίδευση στις
περισσότερες χώρες δεν παρέχεται δωρεάν, με εξαίρεση την Ελλάδα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’
ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ
1. Η έννοια του σχολικού κλίματος
Κάθε σχολική μονάδα έχει τα δικά της χαρακτηριστικά, το δικό της
κλίμα το οποίο θα μπορούσε να οριστεί ως μια σειρά εσωτερικών
χαρακτηριστικών που βοηθούν να ξεχωρίσει το ένα σχολείο από το άλλο.
Ειδικότερα, το σχολικό κλίμα καθορίζεται κατά ένα μέρος από το περιβάλλον
και τις συνθήκες, όπως ο τύπος, η δυναμικότητα του σχολείου, το κοινωνικό —
οικονομικό επίπεδο των παιδιών ή της περιοχής που βρίσκεται αλλά και από
ορισμένα χαρακτηριστικά των μελών που συμμετέχουν στη ζωή του σχολείου.
Έτσι σ’ έναν ορισμό για την έννοια του σχολικού κλίματος τονίζεται ότι το
σχολικό κλίμα καθορίζεται από την κοινωνική και φαινομενολογική
μοναδικότητα μιας συγκεκριμένης κοινότητας και η οποία περιλαμβάνει
αόρατα συμβολικά στοιχεία όπως οι αξίες, φιλοσοφίες και ιδεολογίες αλλά και
ορατά στοιχεία όπως είναι τα προγράμματα, οι σκοποί του οργανισμού και η
δομή του.
Οι αξίες, φιλοσοφίες και ιδεολογίες του κάθε οργανισμού συνιστούν το
συνεκτικό κρίκο ανάμεσα στα μέλη ενός κοινωνικού συνόλου και τον
προσδιορίζουν, ενώ ανάμεσα στα ορατά και αόρατα στοιχεία υπάρχει μια
δυναμική σχέση αλληλεπίδρασης με αφετηρία της το κοινό σύστημα
πεποιθήσεων, αξιών και προτύπων που καθιστά την επικοινωνία και τη
συνεργασία πιο αποτελεσματική.
Σ’ έναν άλλο ορισμό, το σχολικό κλίμα ορίζεται ως το σύνολο των
δυναμικών αλληλεπιδράσεων μεταξύ των ψυχολογικών, ακαδημαϊκών και
φυσικών παραμέτρων του σχολικού περιβάλλοντος και επηρεάζει σε μεγάλο
βαθμό την ψυχική διάθεση των εκπαιδευτικών για την εκτέλεση του
εκπαιδευτικού τους έργου (ψυχολογικό κλίμα), τον ενθουσιασμό των
εκπαιδευτικών για το εκπαιδευτικό και το διδακτικό τους έργο (συναισθήματα,
στάσεις), την παραγωγικότητα των εκπαιδευτικών στο έργο τους
(διεκπεραίωση συγκεκριμένης εργασίας σε καθορισμένο χρόνο), την επίτευξη
των στόχων τους κατά τρόπο αποτελεσματικό και γενικά την όλη τους
απόδοση στο εκπαιδευτικό τους έργο.1
1 Π. Πασιαρδής, Γ. Πασιαρδή, Αποτελεσματικά σχολεία, εκδ. Τυπωθήτω, Αθήνα, 2000, σελ. 15.
53
Επίσης, πολλοί ερευνητές, εξετάζοντας την οικολογία του σχολικού
συστήματος θεωρούν ότι η έννοια του κλίματος έχει άμεση σχέση με την
έννοια της κουλτούρας. Συγκεκριμένα, θεωρούν τις δύο αυτές έννοιες
ταυτόσημες ή καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι το σχολικό κλίμα θα μπορούσε
να θεωρηθεί ως ένα υποσύνολο της κουλτούρας. Μολονότι διάφοροι ορισμοί
έχουν δοθεί για την έννοια της κουλτούρας, η κουλτούρα αναφέρεται σε
θέματα που είναι αποδεκτά από όλα τα μέλη μιας σχολικής μονάδας και μ’
αυτά δένονται μεταξύ τους στενά, αποκτώντας συγχρόνως και μια διαφορετική
ταυτότητα από τα μέλη μιας άλλης σχολικής μονάδας. Στην κουλτούρα
ανήκουν κυρίως μύθοι, ιστορίες, σύμβολα, αξίες και παραδοχές που
διδάσκονται στο σχολείο, που διέπουν τη λειτουργία του και που επιχειρούνται
να υλοποιηθούν μέσα από τη θεσμοθετημένη εκπαίδευση στο σχολείο
Συνεπώς, το σχολικό κλίμα σχετίζεται με την ερμηνεία που δίνει κανείς στον
όρο της κουλτούρας, αφού η κουλτούρα ενός σχολείου αποτελεί αντανάκλαση
του σχολικού κλίματος. Έτσι θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι η έννοια
της κουλτούρας είναι ένας από τους παράγοντες που επηρεάζουν το κλίμα και
συνεπώς και την αποτελεσματικότητα του οργανισμού.
Συνοψίζοντας, θα μπορούσε να ορίσει κανείς το σχολικό κλίμα ως την
ατμόσφαιρα (φιλική, εχθρική κτλ.) Που επικρατεί σε κάθε σχολική μονάδα,
σχετίζεται άμεσα με όσους εμπλέκονται σ’ αυτήν και αποτελεί τη βάση για
προβλέψεις σχολικών αποτελεσμάτων. Έτσι είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι το
σχολικό κλίμα είναι για μια σχολική μονάδα ό,τι είναι η προσωπικότητα για
τον άνθρωπο.
Πολλοί ερευνητές ερευνούν και περιγράφουν με διάφορους τρόπους το
κλίμα στις σχολικές μονάδες όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης. Για τη
διερεύνησή του, έχουν χρησιμοποιηθεί ποικίλα ερωτηματολόγια που ερευνούν
πλευρές του σχολικού κλίματος και στα οποία βασίζονται οι διαχωρισμοί και
οι ονομασίες των σχολικών κλιμάτων. Για παράδειγμα, οι Halpin & Croft στα
αποτελέσματα της έρευνάς τους που κράτησε αρκετά χρόνια, προτείνουν έξι
διαχωρισμούς στο σχολικό κλίμα που εκτείνονται από τη μορφή του ανοιχτού
κλίματος στη μορφή του κλειστού (ανοιχτό, αυτόνομο, ελεγχόμενο, οικείο,
πατερναλιστικό, κλειστό) με βάση την κοινωνική αλληλεπίδραση που υπάρχει
54
ανάμεσα στους διευθυντές και τους εκπαιδευτικούς και ανάμεσα στους
εκπαιδευτικούς.2
Σε άλλες έρευνες εντοπίστηκαν διαστάσεις του σχολικού κλίματος που
επεκτείνονται από τη μορφή του ανθρωπιστικού στη μορφή του κηδεμονικού
κλίματος, έχοντας ως σημεία αναφοράς τη συμπεριφορά που χρησιμοποιείται
από τους διευθυντές και τους εκπαιδευτικούς για να ελέγξουν τους μαθητές
στα σχολεία τους. Κύριο γνώρισμα του ανθρωπιστικού σχολικού κλίματος
θεωρείται η δημοκρατική ατμόσφαιρα που επικρατεί στη σχολική μονάδα, ενώ
στο κηδεμονικό σχολείο επικρατεί κλίμα αυστηρότητας και ελέγχου της
συμπεριφοράς των μαθητών.
Στην πρώτη συστηματική έρευνα για το οργανωτικό κλίμα του
ελληνικού σχολείου χρησιμοποιήθηκε το ερωτηματολόγιο των Διαστάσεων
του Οργανωτικού Κλίματος (Organizational Climate Dimensions
Questionnaire) των Hoy & Clover. Στο συγκεκριμένο ερωτηματολόγιο ο
βαθμός επαγγελματικής συναδελφικότητας, οικειότητας και
αποστασιοποίησης, σε συνδυασμό με το υποστηρικτικό, καθοδηγητικό και
περιοριστικό στυλ ηγεσίας του διευθυντή δημιουργούν τέσσερα είδη
οργανωτικού κλίματος σε ένα σχολείο:
α) το ανοικτό κλίμα, κατά το οποίο όλοι σι εκπαιδευτικοί συνεργάζονται
αρμονικά με αίσθημα επαγγελματικής ευθύνης και έχουν την πλήρη στήριξη
του διευθυντή του σχολείου. ο οποίος διακρίνεται για το χαμηλό βαθμό
κατευθυντικής στάσης και περιορισμών.
β) το κλειστό κλίμα, όπου οι διευθυντές τείνουν περισσότερο να δίνουν
κατευθύνσεις και να θέτουν περιορισμούς παρά να ενθαρρύνουν και να
στηρίζουν τις πρωτοβουλίες των εκπαιδευτικών, με αποτέλεσμα οι τελευταίοι
να διακρίνονται για την αδιαφορία τους και την απομόνωση
γ) Το κλίμα αποστασιοποίησης χαρακτηρίζεται από διευθυντές που
διακρίνονται για το χαμηλό βαθμό περιορισμών και κατευθυντικής στάσης και
υψηλό βαθμό υποστήριξης, οι εκπαιδευτικοί έχουν χαμηλό βαθμό
συνεργατικότητας επαγγελματικής στάσης και οικειότητας
δ) το κλίμα ενεργού εμπλοκής χαρακτηρίζεται από ενωμένους,
αφοσιωμένους και ανοιχτούς εκπαιδευτικούς που ασχολούνται με το
2 Π. Πασιαρδής, Γ. Πασιαρδή, Αποτελεσματικά σχολεία, εκδ. Τυπωθήτω, Αθήνα, 2000, σελ. 19.
55
εκπαιδευτικό τους έργο και τους μαθητές τους αγνοώντας την κλειστή
συμπεριφορά των διευθυντών τους.
Συμπερασματικά, τα διάφορα ερωτηματολόγια φαίνεται να αποτελούν
χρήσιμα όργανα έρευνας για μια γενική απεικόνιση και αξιολόγηση του
σχολικού κλίματος αλλά και για ενδοϋπηρεσιακή εργασία ή αυτοανάλυση,
αφού το σχολικό κλίμα επηρεάζει την ποιότητα των εργασιών και την
παραγωγικότητα των εκπαιδευτικών.3
3 Π. Πασιαρδής, Γ. Πασιαρδή, Αποτελεσματικά σχολεία, εκδ. Τυπωθήτω, Αθήνα, 2000, σελ. 17.
56