Τετάρτη 30 Μαρτίου 2011

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΗΠΑ (Δαφνή Κωστούλα)

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΚΑΘΟΔΗΓΗΣΗ
ΟΡΓΑΝΩΣΗ  ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ  ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ  ΤΩΝ  ΗΠΑ
                                        Δαφνή  Κωστούλα
            Οι ΗΠΑ είναι ένα ομόσπονδο κράτος, το οποίο αποτελείται  από πολιτείες, με  μεγάλες ανομοιογένειες ανάμεσα τους κάθε είδους (οικονομικές, πολιτιστικές, πληθυσμιακές,  γλωσσικές, κοινωνικές κ.τ.λ.). Σύμφωνα με το σύνταγμα τους το εκπαιδευτικό  σύστημα είναι αποκεντρωτικό και ουσιαστικά αποτελεί αρμοδιότητα της κυβέρνησης της κάθε πολιτείας και της τοπικής αυτοδιοίκησης. Σε γενικές γραμμές η εκπαίδευση αρχίζει στην ηλικία των 6 χρόνων, διαρκεί 12 χρόνια και είναι υποχρεωτική μέχρι την ηλικία των 16 χρόνων. Η διάρθρωση της εκπαίδευσης σε βαθμίδες παρουσιάζει διαφοροποιήσεις ανάμεσα στις πολιτείες (ανάλογα με τις ρυθμίσεις που ισχύουν σε κάθε μια). Σε γενικές γραμμές η οργάνωση και διοίκηση της εκπαίδευσης, διαιρεμένη  σε  4 επίπεδα,  αναφέρεται παρακάτω:

α)  σε εθνικό (ομοσπονδιακό) επίπεδο
            Ιεραρχικά στην κορυφή της διοίκησης βρίσκεται ένα ομοσπονδιακό υπουργείο παιδείας, με ρόλο κυρίως συντονιστικό για τα  ποικίλα ανεξάρτητα σχολικά  συστήματα που υπάρχουν στη χώρα. Όμως, παρά τον αποκεντρωτικό χαρακτήρα του εκπαιδευτικού συστήματος, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση συμμετέχει ενεργά  στα εκπαιδευτικά πράγματα της χώρας με τη χάραξη γενικών γραμμών για την εκπαιδευτική πολιτική της χώρας, με τον καθορισμό ενός γενικού νομοθετικού πλαισίου για την εκπαίδευση, με την οικονομική επιχορήγηση των πολιτειών και με τη διεξαγωγή   εκπαιδευτικών ερευνών. Τα συμπεράσματα των ερευνών αυτών δημοσιοποιούνται  και χρησιμοποιούνται από το ομοσπονδιακό υπουργείο παιδείας με ποικίλους τρόπους (π.χ. διαμόρφωση γενικού νομοθετικού πλαισίου για την εκπαίδευση,  υπόδειξη τρόπων εφαρμογής τους στην εκπαιδευτική διαδικασία, παροχή βοήθειας στις πολιτείες για τον εκπαιδευτικό τους σχεδιασμό κ.τ.λ.). Ορισμένα χαρακτηριστικά παραδείγματα που φανερώνουν τον τρόπο λειτουργίας του ομοσπονδιακού υπουργείου παιδείας και γενικότερα της ομοσπονδιακής κυβέρνησης αναφέρονται παρακάτω:
1ο) η πρόσφατη χάραξη και προώθηση μιας εκπαιδευτικής πολιτικής μέσω του σλόγκαν «No Child Left Behind», η οποία προωθεί τη λήψη μέτρων για την πρόληψη της σχολικής διαρροής. 
2ο) τα  νομοθετήματα που ψηφίστηκαν  τη δεκαετία του 1960 από το  Κογκρέσο και αποτέλεσαν τις εθνικές κατευθυντήριες γραμμές για την εκπαίδευση, όπως π.χ. ο νόμος «The National Defense Education», με σκοπό την προώθηση των φυσικομαθηματικών μαθημάτων. Με βάση τις επικρατούσες συνθήκες την εποχή εκείνη (διαίρεση του κόσμου σε ανατολικό-δυτικό μπλοκ), τα φυσικομαθηματικά μαθήματα ήταν απαραίτητα για την τεχνολογική πρόοδο και κατ’ επέκταση τη  εξασφάλιση της εθνικής άμυνας απέναντι στην απειλή την προερχόμενη από το ανατολικό μπλοκ. 
3ο) η έμμεση παρέμβαση του κράτους, για την ομογενοποίηση των προγραμμάτων εκπαίδευσης των πανεπιστημίων για το διδακτικό προσωπικό, μέσω του καθορισμού κριτηρίων και διαδικασιών αξιολόγησης και αναγνώρισης των προγραμμάτων αυτών.
Τα κριτήρια αυτά αποδέχθηκαν οι περισσότερες πολιτείες (παλαιότερα κάθε πολιτεία όριζε τα δικά της κριτήρια) με συνέπεια τη διευκόλυνση της μετακίνησης των εκπαιδευτικών ανάμεσα στις πολιτείες.
4ο) η χρηματοδότηση έρευνας για τη διερεύνηση των αιτίων αποτυχίας συγκεκριμένων πληθυσμιακών ομάδων στο σχολείο. Το βασικότερο συμπέρασμα της έρευνας αυτής, γνωστής και ως έκθεσης Κόουλμαν (Coleman Report, 1966), δηλαδή  ότι το σχολείο άσχετα από την υλικοτεχνική του υποδομή και την ποιότητα του διδακτικού του προσωπικού παίζει πολύ μικρό ρόλο στη μαθησιακή πορεία του μαθητή, η οποία  καθορίζεται αποφασιστικά από την κοινωνική του προέλευση. Η έρευνα αυτή άλλαξε τα δεδομένα στην εκπαίδευση, προκάλεσε πολλές δημόσιες συζητήσεις και οδήγησε σε διεξαγωγή και άλλων παρόμοιων ερευνών.  
Γενικότερα το εκπαιδευτικό σύστημα στις ΗΠΑ αποτελεί αντικείμενο μελέτης, αξιολόγησης και ελεύθερης κριτικής από ομάδες ή μεμονωμένα άτομα και από τον τύπο. Οι οργανωμένες ομάδες των ειδικών διευκολύνονται ποικιλοτρόπως στο έργο τους από κρατικούς φορείς. Οι διαπιστώσεις τους και οι υποδείξεις τους αποτελούν αντικείμενο επιστημονικής αντιπαράθεσης και δημόσιας κριτικής, καθώς επίσης και οδηγό χάραξης της εκπαιδευτικής πολιτικής. Εκτός όμως από τους ειδικούς απόψεις και προτάσεις εκφράζει και η κοινή γνώμη, είτε άμεσα από τα εκλεγμένα λαϊκά μέλη που συμμετέχουν στις πολυάριθμες επιτροπές παιδείας οι οποίες λειτουργούν σε όλα τα επίπεδα του σχολικού συστήματος, είτε έμμεσα μέσα από επίσημες σφυγμομετρήσεις με συνέπεια τον επηρεασμό των θέσεων που εκφράζουν οι πολιτικοί. Τέτοιο παράδειγμα αποτελεί ο αποφασιστικός ρόλος που έπαιξε η κοινή γνώμη στη δημιουργία του κινήματος επιστροφή στα «βασικά», δηλαδή στην παροχή από το σχολείο των βασικών γνώσεων.
β) σε επίπεδο πολιτείας
            Κάθε πολιτεία έχει τη δική της σχολική νομοθεσία. Αυτή η νομοθεσία μαζί   με τις δικαστικές αποφάσεις, που κατά καιρούς εκδίδει η δικαιοσύνη, για όσα θέματα σχετικά με την εκπαίδευση γίνονται προσφυγές, αποτελούν τον Σχολικό Κώδικα της κάθε πολιτείας.. Ο κώδικας αυτός αποτελεί τη βάση για την εκπαιδευτική πολιτική που ασκείται από κάθε πολιτεία.
            Ανώτατο εκπαιδευτικό όργανο σε κάθε πολιτεία είναι η εκλεγμένη πολιτειακή επιτροπή εκπαίδευσης. Αρμοδιότητες της είναι η κατανομή των πόρων στα σχολικά συστήματα της πολιτείας, η χάραξη της  εκπαιδευτικής πολιτικής της πολιτείας (στα πλαίσια των βασικών κατευθυντήριων γραμμών της εθνικής εκπαιδευτικής πολιτικής), η συνεργασία με την ομοσπονδιακή κυβέρνηση για θέματα εκπαίδευσης και ο διορισμός του γενικού  προϊσταμένου εκπαίδευσης (στις πολιτείες που δεν εκλέγεται με λαϊκή ψήφο). Ο γενικός προϊστάμενος εκπαίδευσης ασκεί τα καθήκοντα που του αναθέτει η  επιτροπή, κάνει εισηγήσεις για τα θέματα που την απασχολούν, εποπτεύει την εφαρμογή της εκπαιδευτικής πολιτικής και την κατάσταση του σχολικού συστήματος. Επίσης ο γενικός προϊστάμενος μαζί με ειδικούς επιστήμονες απαρτίζουν το πολιτειακό τμήμα εκπαίδευσης. Αρμοδιότητες του τμήματος αυτού είναι η παιδαγωγική έρευνα, η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, η υποβολή προτάσεων για τη βελτίωση της ασφάλειας και αποδοτικότητας του σχολικού συστήματος, η επιβολή της εκπαιδευτικής πολιτικής, η οργάνωση του σχολικού συστήματος κ.τ.λ.       Γενικότερα τα πολιτειακά όργανα εποπτεύουν το έργο των οργάνων των τοπικών σχολικών συστημάτων.
γ) σε τοπικό επίπεδο
            Το εκπαιδευτικό σύστημα κάθε πολιτείας  χωρίζεται σε επιμέρους (τοπικά) σχολικά συστήματα, καθένα από τα οποία περιλαμβάνει ένα αριθμό σχολείων. Κάθε τέτοιο σύστημα έχει τη δική του εκλεγμένη επιτροπή εκπαίδευσης και το δικό του προϊστάμενο εκπαίδευσης. Οι αρμοδιότητες των οργάνων αυτών, σε τοπικό επίπεδο, είναι  ανάλογες με αυτές των αντίστοιχων πολιτειακών οργάνων. Κάθε τοπικό σχολικό σύστημα έχει τη δυνατότητα να υλοποιήσει την εκπαιδευτική πολιτική της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και της πολιτείας, διαμορφώνοντας το δικό του αναλυτικό πρόγραμμα και επιλέγοντας τα σχολικά βιβλία από την ελεύθερη αγορά.  
            Οι όποιες διαφωνίες ή συγκρούσεις  υπάρχουν ανάμεσα στο τοπικό και το πολιτειακό σχολικό σύστημα επιλύονται από τα πολιτειακά δικαστήρια. Οι αντίστοιχες διαφωνίες ή συγκρούσεις ανάμεσα στις πολιτείες και το ομοσπονδιακό υπουργείο παιδείας επιλύονται από τα ομοσπονδιακά δικαστήρια. Τα πράγματα όμως δεν φθάνουν συχνά στη δικαιοσύνη, γιατί οι πολιτείες επιβάλλουν την πολιτική τους στα τοπικά σχολικά συστήματα μέσω της χρηματοδότησης. Η χρηματοδότηση αυτή καλύπτει περίπου το μισό των δαπανών τους (το άλλο μισό καλύπτεται σε ένα μικρό ποσοστό από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση και το υπόλοιπο από την τοπική αυτοδιοίκηση). Στις δαπάνες αυτές συμπεριλαμβάνονται τα λειτουργικά έξοδα και οι μισθοί των εκπαιδευτικών, που είναι υπάλληλοι του τοπικού σχολικού συστήματος και όχι της πολιτείας. Η πίεση που ασκείται από την πολιτεία αφορά κυρίως την οργάνωση του περιβάλλοντος της τάξης και του σχολείου και το περιεχόμενο του αναλυτικού προγράμματος.
δ) σε επίπεδο σχολικής μονάδας
             Η σχολική μονάδα είναι το τελευταίο επίπεδο του αποκεντρωτικού εκπαιδευτικού συστήματος. Ο διευθυντής της (εκπαιδευτικός με ειδικές σπουδές) απαλλάσσεται από τη διδασκαλία, Ασκεί μόνο διοικητικά και συμβουλευτικά καθήκοντα και έχει αποφασιστικό ρόλο για την πρόσληψη των εκπαιδευτικών του σχολείου του. Είναι υπεύθυνος για την ομαλή λειτουργία του σχολείου, για την εφαρμογή του αναλυτικού προγράμματος και έχει τη δυνατότητα να εισηγείται/υποστηρίζει διδακτικά συστήματα για την καλύτερη υλοποίηση του αναλυτικού προγράμματος και τη βελτίωση της γενικής επίδοσης του σχολείου στα ετήσια ακαδημαϊκά τεστ. Τα περισσότερα σχολικά συστήματα για την αξιολόγηση βιβλίων, προγραμμάτων και γενικά της αποτελεσματικότητας του συστήματος χρησιμοποιούν τεστ τα οποία  χορηγούνται από ειδικούς μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς. Τα γενικά και τα ατομικά αποτελέσματα από τα τεστ κοινοποιούνται στο σχολείο. Τα  ατομικά αποτελέσματα των τεστ κοινοποιούνται στους γονείς των μαθητών.
             Ο σύλλογος των  διδασκόντων του σχολείου στα περισσότερα σχολικά συστήματα δεν έχει ιδιαίτερη νομική υπόσταση και κατά συνέπεια δεν έχει και αρμοδιότητες και υπευθυνότητες για τη λειτουργία του σχολείου.
            Συνδικαλιστικές οργανώσεις  υπάρχουν,  πρωτοβάθμιες  για κάθε τοπικό σχολικό σύστημα, δευτεροβάθμιες για κάθε πολιτεία και τριτοβάθμιες για όλη τη χώρα. Μέλη τους δεν μπορούν να γίνουν άτομα που έχουν διοικητική εξουσία οποιουδήποτε είδους. Επί πλέον  υπάρχουν και πολλές τοπικές και εθνικές επαγγελματικές οργανώσεις για τους εκπαιδευτικούς κάθε ειδικότητας.

Βιβλιογραφία:
Department of Education u.s.,  http://www.ed.gov/
Department of Education New Hampshire, http://www.education.nh.gov/
Δημάκος Κ. Ι. «Ειδική Αγωγή και Σχολική Ψυχολογία: Συγκριτική Θεώρηση του Ελληνικού και του Αμερικανικού Εκπαιδευτικού Συστήματος», http://www.elemedu.upatras.gr/eriande/synedria/synedrio2/praktika/dimakos.htm,
Ματσαγγούρας Η. «Το εκπαιδευτικό σύστημα των ΗΠΑ». www.files. Eliasmatsagouras.: files.eliasmatsagouras.webnode.com
Φραγκουδάκη  Α. κ.α.(2001) «Εκπαίδευση: Πολιτισμικές Διαφορές και Κοινωνικές Ανισότητες», τόμ Α΄ , εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα